Η πνευματική και η υλική διάσταση της ζωής

Απόσπασμα από το βιβλίο “Οδήγησέ μας στο Φως”

Ερώτηση: Άμμα, είναι δυνατό να βιώσουμε την πνευματική ευδαιμονία ενόσω ζούμε σ’ αυτόν τον κόσμο;

Άμμα: Βεβαίως. Η ευδαιμονία αυτή μπορεί να γίνει βίωμα, όσο βρισκόμαστε σ’ αυτόν τον κόσμο με το φυσικό μας σώμα. Δεν είναι κάτι στο οποίο φθάνουμε μετά το θάνατο.

Όπως ο νους και το σώμα, έτσι και η υλική και η πνευματική διάσταση του ανθρώπου είναι αναπόσπαστα στοιχεία της ζωής του. Δεν μπορούν να υπάρξουν πλήρως απομονωμένα το ένα από το άλλο. Η πνευματικότητα είναι η επιστήμη που μας διδάσκει πώς να ζούμε ευτυχισμένοι στον κόσμο.

Υπάρχουν δύο τύποι εκπαίδευσης. Ο ένας μας βοηθά να βρούμε το κατάλληλο επάγγελμα. Ο άλλος μας δείχνει πώς να ζούμε με ειρήνη και ευτυχία. Ο δεύτερος τύπος εκπαίδευσης είναι η πνευματικότητα. Είναι η γνώση του νου.

Όταν ταξιδεύετε σε ένα νέο μέρος, δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας αν έχετε μαζί σας έναν καλό χάρτη. Παρομοίως, αν χρησιμοποιείτε τις αρχές της πνευματικότητες ως οδηγό και ζείτε σύμφωνα με αυτές, καμία κρίση της ζωής δεν θα σας καταβάλλει ποτέ. Θα ξέρετε πώς να προβλέψετε, αλλά και πώς να αντιμετωπίσετε κάθε κατάσταση. Η πνευματικότητα είναι η πρακτική επιστήμη της ζωής. Μας διδάσκει τη φύση του κόσμου, πώς να κατανοούμε τη ζωή και να ζούμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Κάνουμε μπάνιο στο νερό για να βγούμε ανανεωμένοι και καθαροί. Δεν σκοπεύουμε να μείνουμε πάντα μέσα σ’ αυτό. Παρομοίως, ένας οικογενειάρχης πρέπει να εκτελεί τα καθήκοντά του με τέτοιο τρόπο, ώστε να απομακρύνει σταδιακά τα εμπόδια από το δρόμο που οδηγεί στο Θεό. Όποιος επιλέξει το δρόμο του οικογενειάρχη, θα πρέπει να γνωρίζει τον αληθινό σκοπό της ζωής και να προχωρά μπροστά. Η ζωή μας δεν πρέπει να τελειώνει εκεί απ’ όπου άρχισε. Ο προορισμός μας είναι να ελευθερωθούμε απ’ όλα τα εμπόδια και να συνειδητοποιήσουμε το Θεό.

Η νοοτροπία του «εγώ» και «δικό μου» είναι η αιτία όλων των δεσμών που μας περιορίζουν. Η οικογενειακή ζωή πρέπει να θεωρείται ως ευκαιρία να απαλλαγούμε απ’ αυτή τη νοοτροπία. Όταν λέτε «η γυναίκα μου, ο άντρας μου, τα παιδιά μου, οι γονείς μου» και τα λοιπά, έχετε αναρωτηθεί αν πράγματι σας ανήκουν;  Αν ήταν όντως δικοί σας, δεν θα έπρεπε να παραμείνουν για πάντα κοντά σας; Μόνο αν ζούμε σύμφωνα με αυτή τη συνειδητοποίηση μπορούμε να αφυπνιστούμε πνευματικά. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι πρέπει να παραμελούμε τα καθήκοντά μας. Αντίθετα, θα πρέπει να κάνουμε με χαρά ό, τι χρειάζεται να γίνει στη ζωή, θεωρώντας το ως καθήκον μας και προσέχοντας ταυτόχρονα να μην προσκολλούμαστε σε αυτό.

Υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στη στάση ενός ατόμου που ψάχνει για εργασία και παρουσιάζεται σε μια συνέντευξη και ενός άλλου που έχει εξασφαλίσει ήδη τη θέση και ετοιμάζεται να πιάσει δουλειά. Το πρώτο άτομο, που πηγαίνει στη συνέντευξη, θα ανησυχεί για τις ερωτήσεις που θα του κάνουν, για τις απαντήσεις που θα δώσει και για την τελική έκβαση της συνέντευξης. Ο νους του θα είναι πολύ ανήσυχος. Το άλλο άτομο όμως, που έχει ήδη επιλεγεί, θα είναι χαλαρό και θα πηγαίνει στη δουλειά με χαρά. Έτσι κι εμείς θα βιώνουμε χαρά στη ζωή μας αν έχουμε κατανοήσει τις αρχές της πνευματικότητας, διότι, όπως το άτομο που εξασφάλισε τη δουλειά, δεν θα έχουμε πια κανένα λόγο ανησυχίας.

Ας υποθέσουμε ότι χρειάζεστε χρήματα και σκοπεύετε να ζητήσετε δανεικά από ένα φίλο. Ξέρετε ότι μπορεί να σας δώσει τα χρήματα, αλλά δεν είναι και σίγουρο. Αν φανεί γενναιόδωρος μπορεί να σας δώσει και παραπάνω απ’ αυτά που περιμένετε, μπορεί όμως να αρνηθεί, ή ακόμα χειρότερα, να κάνει ότι δεν σας ξέρει. Αν γνωρίζετε εκ των προτέρων όλες αυτές τις πιθανότητες, τότε δεν θα απογοητευτείτε, ή δεν θα ενθουσιαστείτε υπέρμετρα, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα.

Ένας έμπειρος κολυμβητής απολαμβάνει το παιχνίδι με τα κύματα της θάλασσας, ενώ κάποιος άλλος που δεν γνωρίζει κολύμπι, κινδυνεύει να πνιγεί στα ίδια κύματα. Παρομοίως, όσοι κατανοούν τις αρχές της πνευματικότητας απολαμβάνουν κάθε στιγμή της ζωής. Αντιμετωπίζουν κάθε κατάσταση με χαμόγελο, τίποτα δεν μπορεί να τους ταράξει.

Η ζωή πρέπει να μοιάζει με ταξίδι αναψυχής. Όταν βλέπουμε ένα όμορφο τοπίο, ένα γραφικό σπίτι ή ένα λουλούδι στο δρόμο μας, το παρατηρούμε και το απολαμβάνουμε. Τα αξιοθέατα μας δίνουν ευχαρίστηση, αλλά δεν παραμένουμε σ΄ αυτά, απλά προχωράμε μπροστά. Όταν έρθει η ώρα να επιστρέψουμε, όσο όμορφα κι αν ήταν αυτά, τα αφήνουμε πίσω και πηγαίνουμε στο σπίτι μας, γιατί δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό για εμάς από την επιστροφή στο σπίτι. Κατά τον ίδιο τρόπο, όπως και να ζούμε σ’ αυτόν τον κόσμο, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε το αληθινό σπίτι μας, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τον στόχο μας. Όσα όμορφα πράγματα κι αν έχουμε δει στο ταξίδι της ζωής μας, υπάρχει μόνο ένα μέρος που μπορούμε να αποκαλέσουμε δικό μας, στο οποίο μπορούμε να αναπαυθούμε πραγματικά. Το μέρος αυτό είναι και ο τόπος καταγωγής μας, το μέρος αυτό είναι ο Εαυτός.

Ένας πατέρας είχε τέσσερα παιδιά. Τα χρόνια περνούσαν και κάποια στιγμή τα παιδιά, που είχαν όλα ενηλικιωθεί, πίεσαν τον πατέρα τους να τους μοιράσει την περιουσία του. Το κάθε παιδί ήθελε πια να χτίσει το δικό του σπίτι. «Εμείς θα σε φροντίζουμε» του είπαν. «Είμαστε τέσσερις, οπότε θα μένεις από τρεις μήνες το χρόνο στο κάθε σπίτι. Έτσι θα είσαι ευτυχισμένος». Ο πατέρας χάρηκε όταν άκουσε αυτά τα λόγια από τα τέσσερα παιδιά του. Μοίρασε λοιπόν την περιουσία του. Ο μεγάλος γιος πήρε το οικογενειακό σπίτι και τη γη γύρω απ’ αυτό, ενώ τα άλλα τρία παιδιά πήραν το μερίδιο γης που τους αναλογούσε και έχτισαν τα σπίτια τους σε αυτό. Μετά τη μοιρασιά, ο πατέρας πήγε να μείνει με τον μεγάλο του γιο και τη νύφη του. Τις πρώτες λίγες μέρες του φέρονταν με μεγάλη ζεστασιά και σεβασμό. Ο ενθουσιασμός της οικογένειας όμως για τη φροντίδα του ηλικιωμένου πατέρα σύντομα άρχισε να μειώνεται. Καθώς περνούσαν οι μέρες, τα πρόσωπα του γιου και της νύφης του σκοτείνιαζαν. Ο πατέρας ένιωθε άβολα, αλλά πιέστηκε να μείνει για ένα μήνα, μέχρι να καταλάβει πια ότι ήταν έτοιμοι να τον πετάξουν έξω. Έφυγε λοιπόν και πήγε να μείνει με τη δευτερότοκη κόρη του και το σύζυγό της. Και αυτοί έδειξαν στην αρχή κάποιον ενθουσιασμό, σύντομα όμως η συμπεριφορά τους άλλαξε και ο πατέρας μετά από δεκαπέντε μέρες αναγκάστηκε να φύγει ξανά. Πήγε λοιπόν στο σπίτι του τρίτου παιδιού του, αλλά κι εκεί έμεινε μόνο δέκα μέρες, γιατί ήταν ξεκάθαρο ότι η παρουσία του ήταν ανεπιθύμητη. Στο τέλος, πήγε και στο τέταρτο παιδί του, αλλά μόλις πέντε μέρες μετά κατάλαβε ότι ήταν έτοιμοι να τον πετάξουν στο δρόμο. Έφυγε λοιπόν και μέχρι το τέλος της ζωής του περιφερόταν μόνος από μέρος σε μέρος.

Όταν ο πατέρας μοίρασε την περιουσία του στα τέσσερα παιδιά του, έλπιζε ότι εκείνα θα τον φρόντιζαν στα γεράματά του. Η ελπίδα του όμως διαψεύστηκε. Μόλις δύο μήνες μετά, όλη η οικογένεια τον είχε εγκαταλείψει.

Πρέπει να καταλάβουμε ότι έτσι μοιάζει συχνά η αγάπη των ανθρώπων. Αν έχουμε την προσδοκία ότι κάποιοι άνθρωποι θα μας φροντίσουν, όταν τους χρειαστούμε, θα απογοητευθούμε και θα είμαστε δυστυχισμένοι. Γι’ αυτό λοιπόν, πρέπει να εκτελούμε με χαρά τα καθήκοντά μας, χωρίς προσδοκίες, και όταν έρθει η κατάλληλη ώρα, να στραφούμε στον αληθινό μας δρόμο, στον πνευματικό δρόμο.

Αυτό βέβαια, δεν σημαίνει ότι θα αμελούμε τις υποχρεώσεις μας. Αντιθέτως, πρέπει να ακολουθούμε το ντάρμα μας. Είναι, παραδείγματος χάριν, καθήκον των γονιών να φροντίζουν τα παιδιά τους, αλλά όταν αυτά μεγαλώσουν και αποκτήσουν αυτάρκεια, οι γονείς δεν θα πρέπει να παραμένουν προσκολλημένοι σε αυτά και να έχουν την προσδοκία ότι εκείνα θα τους φροντίζουν. Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε τον αληθινό στόχο της ζωής και να συνεχίζουμε το ταξίδι μας προς αυτόν. Δεν θα πρέπει να περιορίζουμε τον εαυτό μας δίνοντας όλη την προσοχή μας μόνο στα παιδιά και στα εγγόνια μας.

Το πουλί που κάθεται πάνω σ’ ένα ξερό κλαρί, βρίσκεται πάντα σε εγρήγορση, έτοιμο να πετάξει, γιατί ξέρει ότι το κλαρί μπορεί να σπάσει ανά πάσα στιγμή. Παρομοίως, καθώς ζούμε σ’ αυτόν τον κόσμο, εκτελώντας διάφορες πράξεις, θα πρέπει πάντα να βρισκόμαστε σε εγρήγορση, έτοιμοι να πετάξουμε στο βασίλειο του Εαυτού, γνωρίζοντας ότι τίποτα σ’ αυτόν τον κόσμο δεν είναι αιώνιο. Αν ζούμε έτσι, τίποτα δεν θα μπορεί να μας δεσμεύσει και να μας κάνει δυστυχισμένους.