Η αιτία για τα περισσότερα από τα προβλήματά μας είναι o εγωισμός μας. Όμως, αυτή η αίσθηση του «εγώ» δεν είναι κάτι το οποίο μπορούμε εύκολα να ξεφορτωθούμε. Κι αφού είναι έτσι, πώς μπορεί κάποιος να απαλλαγεί απ’ αυτό; Μόνο ένας τρόπος υπάρχει: η ταπεινότητα. Μόνο μέσα από την ταπεινότητα μπορεί να διαλυθεί αυτή η αίσθηση του «εγώ». Όταν λέμε με περηφάνεια «εγώ είμαι το αφεντικό», στην πραγματικότητα γινόμαστε σκλάβοι αυτής της αίσθησης του «εγώ». Προς το παρόν, το μεγαλύτερο εμπόδιο που δεν μας αφήνει να απολαύσουμε τη χαρά της ζωής είναι ο εγωισμός, η στάση του «εγώ και δικό μου». Δεν είμαστε ικανοί να ξεχάσουμε τον εαυτό μας και να υπηρετήσουμε τους άλλους. Οι κυρίαρχες σκέψεις μας είναι: Πρέπει να τα αποκτήσω όλα, τα θέλω όλα. Αν δεν απαλλάξουμε τον εαυτό μας από αυτές τις ιδέες, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να απολαύσουμε τη χαρά της ζωής. Όταν ο εγωισμός μας τυφλώνει βυθιζόμαστε ολοκληρωτικά στο σκοτάδι της άγνοιας. Και εξαιτίας της άγνοιας, μοιάζουμε σαν κοιμισμένοι ακόμα κι όταν είμαστε ξύπνιοι. Αντίθετα, ξεπερνώντας τον εγωισμό γινόμαστε μια προσφορά προς τον κόσμο. Όταν αναγνωρίζουμε τη θεϊκότητα μέσα στους άλλους, η ταπεινοφροσύνη αναβλύζει αυθόρμητα μέσα μας. Για να απαλλαγούμε από το εγώ, η ταπεινότητα είναι απολύτως απαραίτητη. Αυτός που θεωρεί τον εαυτό του υπηρέτη γίνεται κύριος στον κόσμο της αγάπης, ενώ εκείνος που θεωρεί τον εαυτό του αφεντικό καταντάει δούλος.
Ο θυμός γεννιέται από τον εγωισμό. Λέγεται ότι δεν πρέπει κανείς ούτε να εκδηλώνει αλλά ούτε και να καταπιέζει το θυμό. Ο θυμός που καταπιέζεται είναι βλαβερός, γιατί θα σιγοκαίγεται σαν κάρβουνο που καπνίζει στο καμίνι, προκαλώντας ένταση. Ο θυμός θα σέρνεται πίσω από κάθε μας κίνηση σαν σκιά. Ο θυμός και το μίσος που λιμνάζουν μέσα μας θα μας αρρωστήσουν. Από την άλλη πλευρά, η εκδήλωση του θυμού βλάπτει τον κόσμο. Γι’ αυτό λέγεται ότι ο θυμός είναι σαν δίκοπη λεπίδα χωρίς λαβή∙ πληγώνει και εκείνον που θυμώνει και τον αποδέκτη του θυμού του. Τα τραύματα στο σώμα μπορεί να θεραπευτούν σχετικά γρήγορα. Τα τραύματα όμως που προκαλούνται από λέξεις θυμού δεν θεραπεύονται ποτέ. Έτσι, όταν νιώθουμε να φουντώνει ο θυμός μέσα μας, δεν πρέπει ούτε να τον εκφράζουμε αλλά ούτε να τον καταπιέζουμε. Αντίθετα, πρέπει να τον εξουδετερώνουμε μέσα από τη διάκριση. Δεν πρέπει να εκτελούμε αυτόματα τις αποφάσεις που παίρνουμε υπό την επήρεια του θυμού. Ομοίως, δεν πρέπει να προφέρουμε τις λέξεις που μας έρχονται στο νου όσο είμαστε οργισμένοι. Η θεραπεία για το θυμό είναι η υπομονή και η διάκριση. Αρχικά πρέπει να καταλάβουμε ότι ο θυμός είναι μια αδυναμία. Αν γράφουμε ένα γράμμα ενώ είμαστε θυμωμένοι, πρέπει να το διαβάσουμε άλλες δέκα φορές προτού το στείλουμε. Θα μπορέσουμε έτσι να αφαιρέσουμε πολλές λέξεις και φράσεις που είναι γεμάτες με τη θέρμη του θυμού. Όταν ο θυμός μας έχει ξεθυμάνει κάπως και έχουμε στοχαστεί πάνω στα γεγονότα ήρεμα, θα αποκτήσουμε την ικανότητα να συνειδητοποιήσουμε την αδυναμία μας. Θα είμαστε ικανοί να δούμε τις σκέψεις μας σαν να κοιτούσαμε μέσα από καθαρό γυαλί. Θα συνειδητοποιήσουμε τη μικρότητα του θυμού και το μεγαλείο της συγχώρεσης.
Ας υποθέσουμε ότι στεκόμαστε μέσα σε ένα πλήθος ανθρώπων όταν άξαφνα μια πέτρα πέφτει από κάπου και μας πληγώνει. Πριν ψάξουμε να βρούμε τον άνθρωπο που πέταξε την πέτρα, πρέπει πρώτα να προσπαθήσουμε να καθαρίσουμε και να δέσουμε την πληγή. Αν τρέξουμε να βρούμε τον ένοχο, η σκόνη θα μολύνει την πληγή και θα καθυστερήσει τη θεραπεία της. Ακόμα κι αν βρούμε τον δράστη και τον τιμωρήσουμε, ίσως μάθουμε ότι τελικά δεν ήταν ένοχος, ή ότι η πέτρα κατά λάθος έπεσε πάνω μας, δηλαδή ότι ο άνθρωπος δεν είχε καν πρόθεση να μας πετάξει την πέτρα. Και παρά τη δυσκολία που θα αντιμετωπίσουμε για να βρούμε το άτομο αυτό και να το κατακρίνουμε, ο πόνος της πληγής δεν θα ελαττωθεί γιατί δεν την φροντίσαμε εγκαίρως∙ στην πραγματικότητα, απλώς θα χειροτερέψει. Ο θυμός είναι σαν πληγή στο νου. Χρειάζεται πρώτα να προσπαθήσουμε να τον θεραπεύσουμε. Έτσι, όταν θυμώνουμε πρέπει πρώτα να πασχίζουμε να γίνουμε μάρτυρες των σκέψεων που ξεπηδούν. Διαφορετικά, αν αφήσουμε αυτές τις σκέψεις να μας καθοδηγούν, θα γίνουν λέξεις και πράξεις προκαλώντας μας προβλήματα.
Ο θυμός βλάπτει περισσότερο εκείνον που θυμώνει παρά το άτομο που γίνεται αποδέκτης του. Η Άμμα θυμάται την ιστορία ενός οδηγού λεωφορείου. Κάθε μέρα το λεωφορείο σταματούσε σ’ ένα συγκεκριμένο σημείο. Μια μέρα, επιβιβάστηκε ένας άνδρας δυο μέτρα ψηλός, με τεράστιο σώμα. Όπως με κάθε επιβάτη, ο οδηγός του ζήτησε το εισιτήριό του. Ο άνδρας εκείνος απάντησε: «Ο Κέσαβαν Κούτι δεν χρειάζεται εισιτήριο!» Μόλις το άκουσε αυτό, ο οδηγός κοίταξε από πάνω ως κάτω τον άνδρα –μακριά άκρα, βαρύ σώμα και μεγάλο ανάστημα. Ο οδηγός, που ήταν μικροκαμωμένος, δεν τόλμησε να του ζητήσει ξανά εισιτήριο. Αν αυτός ο άνδρας τον χτυπούσε, θα τον σκότωνε. Χωρίς άλλα σχόλια, ο οδηγός γύρισε στη θέση του. Το ίδιο πράγμα συνέβη και την επόμενη μέρα. Ο γίγαντας ανέβηκε στο λεωφορείο στην ίδια στάση. Όταν ο οδηγός ζήτησε το εισιτήριο, αυτός ξαναείπε: «Ο Κέσαβαν Κούτι δεν χρειάζεται εισιτήριο!»
Ο θυμός άρχισε να σιγοβράζει μέσα στον οδηγό. «Πρέπει να μάθει τρόπους αυτός ο κύριος!», σκεφτόταν. Αυτή η σκέψη του έγινε εμμονή. Έχασε κάθε ίχνος ειρήνης στο νου του. Ο γίγαντας συνέχιζε να ανεβαίνει στο λεωφορείο και η ταραχή του οδηγού αυξανόταν ολοένα και περισσότερο. Εντούτοις, επέτρεπε στο γίγαντα να ανεβαίνει στο λεωφορείο επιδεικνύοντας αξιόλογη αυτοσυγκράτηση. Σιγά-σιγά άρχισε να χάνει τον αυτοέλεγχο, φοβούμενος όμως τον γίγαντα δεν τολμούσε να του πει τίποτα. Ο οδηγός έφτασε στο σημείο να χάσει κάθε νοητική ισορροπία και σαν αποτέλεσμα έπαψε να μιλά στη γυναίκα και τα παιδιά του όταν επέστρεφε σπίτι. Ήταν πάντοτε σε ένταση. Ήθελε με κάποιο τρόπο να δώσει ένα μάθημα σε αυτόν τον άνδρα –αυτή η σκέψη στριφογυρνούσε συνεχώς στο νου του. Τελικά, πήρε μια μεγάλη άδεια από τη δουλειά του.
Βρήκε έναν καλό δάσκαλο καράτε και ξεκίνησε να μαθαίνει αυτή την πολεμική τέχνη. Όταν άρχισε να καταλαβαίνει ότι το καράτε από μόνο του δεν επαρκούσε, άρχισε να εξασκείται και σε άλλες πολεμικές τέχνες. Μετά από καιρό, νιώθοντας ότι μπορούσε πλέον να σταθεί μπροστά στο γίγαντα, πήγε πίσω στη δουλειά του. Κι εκείνη τη μέρα, ο γίγαντας ανέβηκε στο λεωφορείο. Χωρίς καμιά συστολή ο οδηγός πήγε κοντά του και του ζήτησε το εισιτήριο. Ο γίγαντας του έδωσε την κλασική απάντηση: «Ο Κέσαβαν Κούτι δεν χρειάζεται εισιτήριο!»
«Φοβάμαι πως αυτό δεν γίνεται. Πρέπει να πληρώσεις το αντίτιμο του εισιτηρίου. Αν δεν πληρώσεις, το λεωφορείο δεν φεύγει. Θα πληρώσεις, ή όχι;»
«Με συγχωρείτε, μα ο Κέσαβαν Κούτι δεν χρειάζεται εισιτήριο!» Και λέγοντάς το αυτό, έβγαλε μια κάρτα από την τσέπη του. Δείχνοντάς την στον οδηγό του είπε «Κοίτα εδώ.» Ήταν ένα πρώην αξιωματικός με πάσο που του επέτρεπε τη δωρεάν μετακίνηση με λεωφορεία. Σε αυτήν την περίπτωση, ποιος κατέληξε να μοιάζει με ανόητο; Πόσες μέρες άδειας σπατάλησε! Πόση ένταση ένιωθε! Πόσα λεφτά ξόδεψε για να μάθει πολεμικές τέχνες! Η αρμονία στο σπίτι του χάθηκε. Πόσο πόνο έπρεπε να αντέξει! Και τι κατάφερε με όλες αυτές τις προσπάθειες; Τίποτα. Ας μην ξεχνάμε ότι κι εμείς θα υποστούμε τέτοια βάσανα εξαιτίας του θυμού. Όταν θυμώνουμε, δεν πρέπει ούτε να εκφράζουμε ούτε να καταπιέζουμε το θυμό μας. Χρειάζεται να προσπαθούμε να ηρεμήσουμε το νου όσο περισσότερο γίνεται, κι ύστερα να στοχαζόμαστε με διάκριση επάνω στα γεγονότα. Έτσι θα αποφύγουμε τα τρία τέταρτα των προβλημάτων που προκαλεί ο θυμός.
Από το περιοδικό Matruvani – Η Φωνή της Άμμα